Στις αρχές του 21ου αιώνα, τα κράτη είναι περισσότερο συνδεδεμένα από ποτέ μεταξύ τους μέσω του εμπορίου σε αγαθά και υπηρεσίες και των ροών χρήματος και κεφαλαίων.

Η παγκόσμια οικονομία που έχει δημιουργηθεί από αυτές τις διασυνδέσεις επηρεάζει την ευημερία όλων μας.

Η σειρά αυτή διαλέξεων αναφέρεται στη διεθνή οικονομική και την παγκόσμια οικονομία. Παρουσιάζει στοιχεία και οικονομικά υποδείγματα για την κατανόηση και την ανάλυση του ρόλου του διεθνούς εμπορίου, της μετανάστευσης, των διεθνών κινήσεων κεφαλαίου, του προσδιορισμού των επιτοκίων και των συναλλαγματικών ισοτιμιών, του ισοζυγίου πληρωμών, των επιπτώσεων της νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής, της μακροχρόνιας ανάπτυξης και της διεθνούς μετάδοσης των οικονομικών κύκλων, στα πλαίσια της παγκόσμιας οικονομίας. Επιπλέον, αναφέρεται στην ανάλυση του ρόλου και της σημασίας των διεθνών οικονομικών θεσμών που είναι προσανατολισμένοι στη ρύθμιση των διεθνών εμπορικών, οικονομικών και νομισματικών σχέσεων

Το 2018 το παγκόσμιο ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές ανήλθε σε $84,3 τρισεκατομμύρια. Το ΑΕΠ της Ελλάδας την ίδια χρονιά ήταν $210,2 δισεκατομμύρια, το 0,25% του παγκόσμιου ΑΕΠ.

Οι παγκόσμιες εξαγωγές αγαθών ανήλθαν σε $19,6 τρισεκατομμύρια και οι εξαγωγές εμπορικών υπηρεσιών ανήλθαν σε $5,8 τρισεκατομμύρια, αντιπροσωπεύοντας αθροιστικά το 30% περίπου του παγκόσμιου ΑΕΠ.

Μεταξύ 1950 και 2018 ο όγκος του παγκόσμιου ΑΕΠ ανέβηκε περίπου 11 φορές, ενώ ο όγκος των παγκόσμιων εξαγωγών αγαθών ανέβηκε κατά περίπου 42 φορές. H σημασία του διεθνούς εμπορίου για την παγκόσμια οικονομία έχει αυξηθεί σημαντικά.

Το παγκοσμιο Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδημα (ΑΕΕ) υπολογίζεται σε $84,3 τρις. Δεδομένου ότι ο παγκόσμιος πληθυσμός υπολογίζεται σε 7,6 δις, το μέσο κατά κεφαλήν εισόδημα στην παγκόσμια οικονομία υπολογίζεται σε $11,1 χιλιάδες.

Τα δύο τρίτα (67%) του παγκόσμιου ΑΕΕ παράγεται σε δέκα μόνο μεγάλες οικονομίες: ΗΠΑ, Κίνα, Ιαπωνία, Γερμανία, Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ινδία, Ιταλία, Βραζιλία και Ρωσία. Στις οικονομίες αυτές αντιστοιχεί το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού και το 38% της επιφάνειας της γης.

Υπάρχουν ωστόσο μεγάλες οικονομικές διαφορές μεταξύ των οικονομιών υψηλού κατά κεφαλήν εισοδήματος (των λεγομένων και αναπτυγμένων οικονομιών όπως οι ΗΠΑ, οι χώρες της ΕΕ και η Ιαπωνία), των οικονομιών μεσαίου κατά κεφαλήν εισοδήματος (των περισσοτέρων εκ των λεγομένων και αναδυομένων οικονομιών όπως η Κίνα, η Ινδία, η Ρωσία και η Βραζιλία) και των οικονομιών χαμηλού κατά κεφαλήν εισοδήματος.

Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, για το 2020, ως οικονομίες χαμηλού εισοδήματος ορίζονται οι οικονομίες με κατά κεφαλήν Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδημα (ΑΕΕ) ύψους $1.025 ή λιγότερο το 2018. Ως οικονομίες κατώτερου μεσαίου εισοδήματος είναι εκείνες με κατά κεφαλήν ΑΕΕ μεταξύ $1.026 και $3.995, ως οικονομίες ανώτερου μεσαίου εισοδήματος εκείνες με κατά κεφαλήν ΑΕΕ μεταξύ $3,996 και $12,375 δολαρίων, και ως οι οικονομίες υψηλού εισοδήματος αυτές με κατά κεφαλήν ΑΕΕ ύψους $12.376 ή περισσότερο.

Το 63,4% του παγκόσμιου ΑΕΠ παράγεται στις οικονομίες υψηλού εισοδήματος (αναπτυγμένες οικονομίες), στις οποίες όμως αντιστοιχεί μόλις το 15,9% του παγκόσμιου πληθυσμού. Το 27,9% του παγκόσμιου ΑΕΠ παράγεται σε οικονομίες ανώτερου μεσαίου εισοδήματος στις οποίες αντιστοιχεί το 35,5% του παγκόσμιου πληθυσμού. Το 8,1% του παγκόσμιου ΑΕΠ παράγεται σε οικονομίες κατώτερου μεσαίου εισοδήματος στις οποίες αντιστοιχεί το 39,8% του παγκόσμιου πληθυσμού. Μόλις το 0,7% του παγκόσμιου ΑΕΠ παράγεται σε οικονομίες χαμηλού εισοδήματος στις οποίες αντιστοιχεί το 9,3% του παγκόσμιου πληθυσμού. Οι οικονομίες μεσαίου εισοδήματος συχνά καλούνται και αναδυόμενες οικονομίες, οι οποίες αναπτύσσονται με υψηλότερους μέσους ρυθμούς από ότι οι αναπτυγμένες οικονομίες. Το συνολικό τους ΑΕΕ αντιστοιχεί πλέον στο 36% του παγκόσμιου ΑΕΠ και συνεχώς αυξάνεται.

Η Ελλάδα με πληθυσμό 10,7 εκατομμυρίων κατοίκων αποτελεί το 0,14% του παγκόσμιου πληθυσμού. Η έκταση της Ελλάδας είναι 132 τετραγωνικά χιλιόμετρα και αποτελεί το 0,10% της επιφάνειας της γης. Το Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδημα (ΑΕΕ) της Ελλάδας (2018), ύψους $210,2 δις αποτελεί το 0,25% του παγκόσμιου ΑΕΕ. Η Ελλάδα ανήκει στις οικονομίες υψηλού εισοδήματος, με κατά κεφαλήν ΑΕΕ ύψους $19.600 το οποίο είναι υψηλότερο κατά 76,6% από τον παγκόσμιο μέσο όρο.

Οι παγκόσμιες εξαγωγές αγαθών ανήλθαν το 2018 σε $19,6 τρισεκατομμύρια και οι εξαγωγές υπηρεσιών ανήλθαν σε $5,9 τρισεκατομμύρια, καλύπτοντας συνολικά περίπου το 30% του παγκόσμιου ΑΕΠ. Μεταξύ 1950 και 2018 ο όγκος του παγκόσμιου ΑΕΠ ανέβηκε περίπου 11 φορές (μέσος ετήσιος ρυθμός μεγέθυνσης 3,6%), ενώ ο όγκος των παγκόσμιων εξαγωγών αγαθών ανέβηκε κατά περίπου 42 φορές (μέσος ετήσιος ρυθμός μεγέθυνσης 5,9%). Στα τελευταία εβδομήντα χρόνια, η σημασία του διεθνούς εμπορίου για την παγκόσμια οικονομία έχει υπέρ-τριπλασιαστεί. Αυτή είναι η μία πλευρά της λεγόμενης παγκοσμιοποίησης.

Κάποια χαρακτηριστικά της διάρθρωσης του εμπορίου είναι εύκολο να εξηγηθούν με βάση τη γεωγραφική απόσταση μεταξύ των οικονομιών, το κλίμα και τους φυσικούς πόρους. Αναφορικά με το εμπόριο αγροτικών και βιομηχανικών προϊόντων η κυρίαρχη θεώρηση, η οποία οφείλεται στον Ricardo, τονίζει τις διεθνείς διαφορές στην παραγωγικότητα της εργασίας μεταξύ των διαφόρων κλάδων (συγκριτικά πλεονεκτήματα) Μία εναλλακτική θεώρηση, που οφείλεται στους Heckscher και Ohlin, τονίζει την αλληλεπίδραση μεταξύ των σχετικών ποσοτήτων των παραγωγικών συντελεστών (εργασίας, κεφαλαίου και γης) που υπάρχουν σε μία χώρα, και των σχετικών χρήσεων των παραγωγικών συντελεστών στην παραγωγή των διαφόρων αγαθών και υπηρεσιών. Πρόσφατες θεωρήσεις τονίζουν τις εξωτερικότητες, τις αύξουσες αποδόσεις κλίμακας, την ολιγοπωλιακή διάρθρωση και το μονοπωλιακό ανταγωνισμό. Οι θεωρήσεις αυτές μπορούν να εξηγήσουν και το ενδοκλαδικο εμπόριο, σε αντίθεση με τις προηγούμενες θεωρήσεις.

Η θεωρία του διεθνούς εμπορίου αποφαίνεται γενικώς κατά του προστατευτισμού και υπέρ του ελευθέρου εμπορίου. Το διεθνές εμπόριο ευνοεί όλες τις χώρες που μετέχουν σε αυτό. Το ίδιο συμβαίνει και με όλες τις άλλες μορφές διεθνών ανταλλαγών, όπως η μετανάστευση και οι κινήσεις κεφαλαίου. Ωστόσο, το διεθνές εμπόριο και οι διεθνείς ανταλλαγές προκαλούν συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ κοινωνικών ομάδων εντός των διαφόρων χωρών. Αυτοί που πλήττονται επιζητούν τον προστατευτισμό.

Στη διεθνή οικονομία, οι εξελίξεις σε μία χώρα επηρεάζουν τον υπόλοιπο κόσμο. Όσο μεγαλύτερη είναι η οικονομία μιας χώρας, τόσο μεγαλύτερες και οι διεθνείς επιπτώσεις των εξελίξεων σε αυτήν. Το ίδιο συμβαίνει και με τις εξελίξεις στην οικονομική πολιτική των διαφόρων χωρών, οι οποίες επηρεάζουν και τον υπόλοιπο κόσμο μέσω της διασύνδεσης των οικονομιών. Βασικό ζητούμενο είναι το πως θα επιτευχθεί αρμονία στις αποφάσεις των διαφόρων χωρών, ώστε να μην υπάρχουν ανεπιθύμητες επιπτώσεις στην παγκόσμια οικονομία και στο παγκόσμιο περιβάλλον. Το συντονιστικό αυτό ρόλο τον έχουν αναλάβει μια σειρά από διεθνείς οργανισμούς και θεσμούς.

Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου (ΠΟΕ) για το διεθνές εμπόριο.

Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), για την προσαρμογή των εξωτερικών ανισορροπιών.

Ομάδα των Οκτώ (G-8) μεγαλυτέρων βιομηχανικών χωρών, και, πιο πρόσφατα, Ομάδα των Είκοσι (G-20) για το συντονισμό των οικονομικών τους πολιτικών.

Παγκόσμια Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (ΠΤ) και μία σειρά περιφερειακών αναπτυξιακών τραπεζών για τα ζητήματα των λιγότερο αναπτυγμένων οικονομιών και της διεθνούς ανάπτυξης.

Άτυποι θεσμοί (Κυότο, Παρίσι) για το παγκόσμιο περιβάλλον.

Διδακτικά Εγχειρίδια

Κεφάλαιο 1 στο Διεθνής Οικονομική και Παγκόσμια Οικονομία

Κεφάλαιο 1 στο Διεθνής Οικονομική: Θεωρία και Πολιτική

Σύνδεσμος στις Διαφάνειες της Διάλεξης