Στη διάλεξη αυτή αναφερόμαστε στα βασικά εργαλεία και τις επιπτώσεις της διεθνούς εμπορικής πολιτικής. Καταλήγουμε σε συμπεράσματα σχετικά με το ρόλο τους και τη σημασία του ελεύθερου εμπορίου για την παγκόσμια οικονομία.
Τα βασικά εργαλεία της διεθνούς εμπορικής πολιτικής είναι οι εισαγωγικοί δασμοί, οι επιδοτήσεις των εξαγωγών, οι ποσοστώσεις των εισαγωγών, οι εθελούσιοι εξαγωγικοί περιορισμοί, οι κανόνες εγχωρίου περιεχομένου στις εισαγωγές, τα εθνικά συστήματα δημοσίων προμηθειών και διάφορα γραφειοκρατικά εμπόδια.
Οι εισαγωγικοί δασμοί ιστορικά υπήρξαν το κυριότερο εργαλείο εμπορικής πολιτικής, λόγω και του γεγονότος ότι συμβάλλουν στα δημόσια έσοδα. Ένας εισαγωγικός δασμός αυξάνει την τιμή των εισαγομένων, με αποτέλεσμα την αύξηση της εγχώριας προσφοράς και μείωση της εγχώριας ζήτησης, με αποτέλεσμα να περιορίζεται ο όγκος των εισαγωγών. Ένας εισαγωγικός δασμός ωφελεί τους παραγωγούς των εισαγομένων και θίγει τους καταναλωτές των εισαγομένων, και συμβάλλει στα δημόσια έσοδα.
Για μία μικρή οικονομία, η οποία δεν μπορεί να επηρεάσει τους όρους εμπορίου της, το συνόλικο κοινωνικό αποτέλεσμα από την επιβολή δασμών είναι αρνητικό, καθώς οι δασμοί προκαλούν στρεβλώσεις που μειώνουν την κοινωνική ευημερία. Το όφελος των παραγωγών εισαγομένων προϊόντων και τα επιπλέον δημόσια έσοδα δεν επαρκούν για να καλύψουν τις απώλειες των καταναλωτών.
Η επιβολή ενός εισαγωγικού δασμού από μία μεγάλη οικονομία οδηγεί σε βελτίωση των όρων εμπορίου της και έτσι μειώνει τη διεθνή τιμή των εισαγομένων της. Για τη χώρα που επιβάλλει το δασμό, το όφελος από τη βελτίωση των όρων εμπορίου μετριάζει το κόστος των εγχώριων στρεβλώσεων που δημιουργούνται, και ενδεχομένως ο εισαγωγικός δασμός να είναι συνολικά επωφελής για τη μεγάλη οικονομία που τον επιβάλλει.
Ωστόσο, η επιβολή ενός εισαγωγικού δασμού θίγει τον υπόλοιπο κόσμο, καθώς οδηγεί σε χειροτέρευση των όρων εμπορίου του υπολοίπου κόσμου, και μπορεί να οδηγήσει σε αντισταθμιστική αύξηση των εισαγωγικών δασμών και στον υπόλοιπο κόσμο.
Αντίστοιχες στρεβλώσεις, και μάλιστα μεγαλύτερες προκαλούν και οι εξαγωγικές επιδοτήσεις, οι οποίες δεν έχουν καν το πλεονέκτημα της προσπόρισης δημοσίων εσόδων, ή το πλεονέκτημα της βελτίωσης των όρων εμπορίου για μία μεγάλη οικονομία. Οι εξαγωγικές επιδοτήσεις προκαλούν επιπλέον δημόσιες δαπάνες και, για την περίπτωση μιας μεγάλης οικονομίας, οδηγούν και σε επιδείνωση των όρων εμπορίου.
Αντίστοιχες αρνητικές επιπτώσεις και στρεβλώσεις έχουν και οι ποσοστώσεις των εισαγωγών, οι εθελούσιοι περιορισμοί των εξαγωγών και άλλα εργαλεία της εμπορικής πολιτικής.
Για τους λόγους αυτούς, οι περισσότεροι οικονομολόγοι θεωρούν ότι το ελεύθερο εμπόριο προκαλεί σημαντικά οφέλη για όλες τις χώρες, λόγω της αύξησης της αποτελεσματικότητας της παγκόσμιας οικονομίας.
Τα εργαλεία της εμπορικής πολιτικής πρέπει να χρησιμοποιούνται με μεγάλη φειδώ, λόγω των στρεβλώσεων που προκαλούν. Για παράδειγμα, μία μεγάλη οικονομία μπορεί να ωφεληθεί από δασμούς και εξαγωγικούς φόρους, λόγω των ευμενών επιπτώσεων τους στους όρους εμπορίου. Ωστόσο, κινδυνεύει από αντισταθμιστικά μέτρα από τους ανταγωνιστές τους, με αποτέλεσμα μείωση της ευημερίας για όλους (δίλημμα φυλακισμένου).
Σε τελική ανάλυση η εμπορική πολιτική στις διάφορες χώρες καθορίζεται από παράγοντες που σχετίζονται με τη διανομή του εισοδήματος. Πολλές φορές, παρά τη μείωση της συνολικής ευημερίας που προκαλούν, υιοθετούνται πολιτικές με στόχο τη στήριξη συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων. Ένα τέτοιο παράδειγμα είναι η Κοινή Αγροτική Πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αλλά και άλλες πολιτικές προστατευτισμού παγκοσμίως.
Μετά το 1945, η απελευθέρωση του εμπορίου προχώρησε μόνο μέσω διεθνών θεσμών και συνεργασιών (GATT και ΠΟΕ), που αντιμετωπίζουν το πρόβλημα συντονισμού που ανακύπτει σε ένα ζήτημα όπου οι πρωτοβουλίες μιας χώρας επηρεάζουν την ευημερία των άλλων. Επίσης σημαντικό ρόλο παίζουν οι προτιμησιακές εμπορικές συμφωνίες, όπως οι περιοχές ελευθέρου εμπορίου (EFTA, NAFTA, Mercosur) και οι τελωνειακές ενώσεις (ΕΕ).
Ενώ η γενικευμένη απελευθέρωση του εμπορίου θεωρείται ότι βελτιώνει την ευημερία όλων των χωρών, οι προτιμησιακές εμπορικές συμφωνίες δεν είναι βέβαιο ότι οδηγούν σε αυτό το αποτέλεσμα. Αυτό συμβαίνει διότι έχουν δύο ειδών επιπτώσεις. Από τη μία, αυξάνουν τον όγκο του εμπορίου μεταξύ των χωρών που καταργούν τους μεταξύ τους δασμούς. Η επίπτωση αυτή καλείται δημιουργία εμπορίου (trade creation), και όπως έχουμε δει επανειλλημένα θεωρείται γενικότερα επωφελής. Από την άλλη, μία προτιμησιακή εμπορική συμφωνία υποκαθιστά το εμπόριο της κάθε χώρας με τρίτες χώρες προς όφελος του εμπορίου με τις χώρες που μετέχουν στην προτιμησιακή εμπορική συμφωνία. Η επίπτωση αυτή καλείται εκτροπή εμπορίου (trade diversion), καθώς μέρος του αμοιβαία επωφελούς εμπορίου της κάθε χώρας με τρίτες χώρες εκτρέπεται σε εμπόριο μεταξύ των χωρών που μετέχουν στην προτιμησιακή εμπορική συμφωνία. Η εκτροπή του εμπορίου δεν είναι επωφελής, καθώς οφείλεται στις στρεβλώσεις που προκαλεί η προτιμησιακή συμφωνία.
Κατά συνέπεια, ενώ είναι ξεκάθαρο ότι μία γενικευμένη πολυμερής μείωση ή κατάργηση των δασμών είναι επωφελής για όλους, μία μείωση ή κατάργηση στα πλαίσια μιας προτιμησιακής εμπορικής συμφωνίας μπορεί να οδηγήσει σε κόστος από την εκτροπή του εμπορίου που να υπερβαίνει τα οφέλη από τη δημιουργία εμπορίου.
Σύνδεσμος στις Διαφάνειες της Διάλεξης
Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου
Η Περιφραγμένη Υδρόγειος: Συμπληρωματικό Υλικό
Η Βραδεία Παγκοσμιοποίηση: Συμπληρωματικό Υλικό
Διδακτικά Εγχειρίδια
Κεφάλαιο 11 στο Διεθνής Οικονομική και Παγκόσμια Οικονομία
Κεφάλαιο 9 και 10 στο Διεθνής Οικονομική: Θεωρία και Πολιτική